Η δύναμη του retro
Όσοι είστε εκεί, στην “τρυφερή” ηλικία των 35 και άνω και είστε gamers, σίγουρα θα με νιώσετε και θα με καταλάβετε. Δεν λέω, είναι πολύ σπουδαίο να προχωράμε μπροστά. Επιβάλλεται να κοιτάμε μπροστά και να βελτιωνόμαστε σε όλους τους τομείς. Κάθε χρόνο μας συστήνονται νέες τεχνολογίες, νέες τεχνικές διασκέδασης, παντοδύναμες κάρτες γραφικών, εικονική πραγματικότητα. Το gaming έχει εξελιχθεί σε ένα θηρίο με οργανώσεις τεράστιων online πρωταθλημάτων και κολοσσιαίες εκδηλώσεις που το υμνούν σε ειδικά διαμορφωμένους “βωμούς” και προσελκύουν κάθε χρόνο εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτες. Αποτελεί πια μια τεράστια βιομηχανία που έχει απλώσει τα παρακλάδια της και σε άλλες μορφές τέχνης, έχοντας δημιουργήσει κόσμους που στέκονται επάξια πια μόνοι τους σαν τεράστιες αξιόπιστες πηγές εσόδων και διαφήμισης για τις βιομηχανίες. Τι είναι αυτό όμως που, κατά την ταπεινή μου άποψη, απουσιάζει κατά μεγάλο ποσοστό από τα σημερινά games, από όλον αυτό τον “πυρετό” των FPS, της απόδοσης, της διαμάχης “PC master race” εναντίον console gamers κλπ; Θα έλεγα η αθωότητα.
Η αθωότητα. H αθωότητα στα μάτια του παιδιού που είχε την τύχη να μπει πρώτη φορά σε ένα τεράστιο μαγαζί γεμάτο “ουφάδικα” και να συγκλονιστεί με το θέαμα. Κάποτε τα arcade μεσουρανούσαν και αποτελούσαν αποκούμπι για κάθε νεαρό-έφηβο που ήθελε να ξεχαστεί από τα μαθήματα, τα ερωτικά ζητήματα και το άγχος που τώρα φαντάζει γελοίο, αλλά τότε φάνταζε βουνό. Ποιος μπορεί να ξεχάσει το δέος, βλέποντας όλα τα arcade στοιβαγμένα στη σειρά, το ένα δίπλα στο άλλο, με το καθένα από αυτά να κρύβει μέσα του ένα διαφορετικό κόσμο, μια ξεχωριστή ιστορία να χαθείς και να απαγκιστρωθείς έστω και για λίγο από τα προβλήματα σου. Ποιος δεν θυμάται το Bubble Bobble, το Double Dragon, το Pac-Man και τόσα άλλα που, αν τα αναφέρω και τα αναπολήσω, θα μπορώ να γράφω μέχρι αύριο. Όλα αυτά τα παιχνίδια δεν απαιτούσαν 100 ευρώ για να παίξεις πχ το “Gold Edition” -όπως βαπτίζονται σήμερα οι τίτλοι- με έξτρα πίστες και χίλια δύο πράγματα που θα μπορούσαν να περιλαμβάνονται έτσι και αλλιώς εξαρχής στο παιχνίδι. Όχι, απαιτούσαν να κάτσεις αναπαυτικά στο τεράστιο arcade μαζί με το φιλαράκι σου και να διασκεδάσετε ατελείωτα με 20 δραχμές (ιστορικές εποχές).
Βέβαια, για να πούμε του στραβού το δίκιο, τα “μπιμπλίκια” ήταν ιδιαίτερα αδηφάγα. Αφού όμως το τάιζες με εικοσάρικα μέχρι να κορέσει την πείνα του και κατάφερνες να το δαμάσεις, όταν μάθαινες τις τακτικές του και τα κόλπα του, ήσουν ο κυρίαρχος. Θα θυμάστε οι παλιότεροι τις ουρές που κάναμε γύρω από ένα arcade για να παρακολουθήσουμε κάποιον “βετεράνο” να προχωράει ένα αγαπημένο παιχνίδι σε δυσθεώρητα και άγνωστα επίπεδα, τα επιφωνήματα χαράς όταν έβγαζε κάποιο boss, λύπης αν έχανε ή παρότρυνσης να ρίξει ένα ακόμα εικοσάρικο για να συνεχίσει μέχρι τον λυτρωτικό τερματισμό. Οι βετεράνοι ήταν οι ήρωες των ουφάδικων της περιοχής καθώς, με ένα και μόνο κέρμα μπορούσαν να παίζουν για ώρες (είχα κυριαρχήσει τότε σαν βετεράνος το King of Dragons και το Sunset Riders) και ταυτόχρονα να αποτελούν πηγή διασκέδασης, προσφέροντας θέαμα σε όλους τους απανταχού... άφραγκους που στήνονταν δίπλα να περάσουν ανέξοδα την ώρα.
Οι διπλές δε αναμετρήσεις, άφηναν εποχή και γίνονταν αντικείμενο συζήτησης για ημέρες στα προαύλια σχολείων ή στους ακάλυπτους της γειτονιάς. Γιατί τον είχες δίπλα σου τον άλλο, τον έσπρωχνες, τον συνέχαιρες και τον σιχτίριζες, μοιραζόσουν ακριβώς τα ίδια αγνά συναισθήματα χαράς και απόλαυσης όταν μαζί, πατώντας με μανία αυτά τα μεγάλα χορταστικά κουμπιά, καταφέρνατε να περάσετε ένα δύσκολο επίπεδο ή ένα ανίκητο boss με μόλις ένα εικοσάρικο (το χαρτζιλίκι τότε ήταν πολύτιμο). Όσο για το συνώνυμο του “ζω μες στην αλητεία” του Stan εκείνης της εποχής, αυτό ήταν η λεγόμενη “πετονιά”. Αν ήσουν ιδιαίτερα τολμηρός και εφευρετικός έφτιαχνες το ειδικά διαμορφωμένο συρματάκι όπου μπορούσες να ξεγελάσεις το arcade ότι έριξες στον κερματοδέκτη το κέρμα και μπορούσες να παίζεις ατελείωτες ώρες, εσύ και οι φίλοι σου.
Όσο αφορά τα γραφικά, δεν περιμέναμε αληθοφάνεια, ούτε μετρούσαμε τα... frames ένα προς ένα. Τότε μέναμε άναυδοι όταν βλέπαμε ότι στον χαρακτήρα μας υπήρχαν λεπτομέρειες στο πρόσωπο, μάτια, μύτη, τον ξεχωρίζαμε στη φαντασία μας σαν άνθρωπο και όχι σαν ακαθόριστη φιγούρα. Το θεωρούσαμε εξωπραγματικό. Εντυπωσιαζόμασταν όταν ο παίκτης, πέρα από τις βασικές κινήσεις του, είχε την λεγόμενη “προσευχή”, όπως την λέγαμε, όπου με ένα κουμπί καθάριζες όλη την οθόνη από τους εχθρούς σου. Με το αζημίωτο πάντα βέβαια γιατί το πονηρό μηχάνημα κάθε φορά που πατούσες το κουμπί της προσευχής, σου έριχνε μεγάλο ποσοστό της υγείας σου, με αποτέλεσμα η ρίψη κέρματος (ή πετονιάς) να είναι αναπόφευκτα συχνή. Πόσες φορές θαυμάσατε παρέα με τους φίλους σας τα γραφικά και το ξυλίκι του Punisher, του Cadillacs and Dinosaurs, του Captain Commando (και τόσων άλλων), τις πίστες τους και τα ευφάνταστα bosses. Όλα αυτά βέβαια σε ένα όχι και τόσο ιδανικό για παιδιά περιβάλλον, μέσα στην αποπνιχτική καπνίλα των τσιγάρων, την οχλοβοή και το άγρυπνο βλέμμα του ιδιοκτήτη του καταστήματος που είχαν πονηρευτεί και τσέκαρε για τυχόν “παραβάσεις”. Αλλά τότε δεν μας ένοιαζε τίποτα από αυτά.
Προς Θεού, δεν κατηγορώ το σύγχρονο gaming. Τουναντίον, έχει εξελιχθεί σε υπερθετικό βαθμό και μας προσφέρει τόνους διασκέδασης. Απλά νομίζω πως έχει χαθεί μια κάποια μαγεία και ίσως “έκπληξη” από τα παλιά. Είναι δύσκολο να μείνουμε έκπληκτοι πια σήμερα με κάποιο νέο παιχνίδι, κυρίως γιατί νιώθουμε ότι το πλήθος αυτών πατάνε σε μια δοκιμασμένη φόρμουλα που έχει δοκιμαστεί πολλάκις στο παρελθόν και απλώς μας προσφέρεται ξαναζεσταμένη με ανανεωμένα γραφικά. Θα απολαύσω το καινούριο GTA, το καινούριο FIFA, το καινούριο Αssassin's Creed αλλά... τα έπαιξα και τα είδα παλιότερα όλα αυτά ή κάποιους κλώνους τους, με λιγότερες ή περισσότερες διαφορές στις λεπτομέρειες. Όμως επί της ουσίας είναι όμοια στον πυρήνα τους. Αντίθετα, ήταν αυτή η τεράστια έκρηξη τότε που από το Pong και τις απλές γραμμές για γραφικά, βρεθήκαμε ξαφνικά στα ουφάδικα, σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους-ναούς αφιερωμένους στη λατρεία του gaming με κάθε παιχνίδι να αποτελεί μια νέα ιδέα, κάτι φρέσκο που κανένας δεν είχε ξαναδεί ποτέ και δεν είχε ασχοληθεί. Υπήρχε ο παράγοντας του εντυπωσιασμού, που σε συνδυασμό με την παιδική ηλικία, ανύψωνε το κάθε arcade σε κάτι ιερό και αντικείμενο συζήτησης στις γειτονιές μαζί με το ποδόσφαιρο για κάθε έφηβο.
Δεν είναι τυχαία πιστεύω η έκρηξη (επανα)κυκλοφοριών retro κονσολών και παιχνιδιών που επικρατεί τα τελευταία χρόνια. Βλέπουμε μια τάση επιστροφής στα παλιά που έχει τεράστια απήχηση. Κάθε μία τέτοια παραγωγή αποκτά σχεδόν αυτόματα συλλεκτικό χαρακτήρα, καταλήγει να εξαντλείται σχεδόν αμέσως και να εκτοξεύεται σε δυσθεώρητες -γι αυτά που προσφέρει πάντα σε σχέση με τις τεχνολογικές εξελίξεις του σήμερα- τιμές. Αυτό σίγουρα δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο ως προς τις τάσεις που επικρατούν στον ψυχισμό του ενήλικου gaming κόσμου. Δείχνει ότι οι παίκτες δεν διψάνε (μόνο) για γραφικά, fps, multiplayer, standard-silver-gold editions και DLC. Διψάνε για αναμνήσεις, νοσταλγία, επιστροφή στο παρελθόν. Στην χαμένη αθωότητα.