The Invincible review
Από την πάλαι ποτέ κραταιά κατηγορία των adventure games, την τελευταία δεκαετία σχεδόν πιο γνωστά ευρέως γίνονται αυτά που ανήκουν στο υποείδος των «walking sims». Δεν είναι δύσκολο να το κατανοήσει κανείς: είναι χαλαρά παιχνίδια, συνήθως ιδιαιτέρως ατμοσφαιρικά, ενώ δίνουν μεγάλη έμφαση στο εικαστικό κομμάτι, κάνοντάς τα θελκτικά. Παράλληλα, δρουν κάπως σαν κινηματογραφική ταινία, προσφέροντας χώρο για φιλοσοφική σκέψη. Κάτι τέτοιο προσπαθεί να κάνει και το The Invincible, αποτυγχάνει όμως γιατί ξεχνάει το πιο σημαντικό: ακόμα και το walking sim, πρέπει να έχει ένα κάποιο gameplay που να κρατάει τον παίκτη σε εγρήγορση.
Είστε η Yasna, δόκτωρ βιολογίας και μέλος της διαστημικής ομάδας του Dragonfly που ανήκει στο Commonwealth. Ξυπνάτε σε ένα σημείο του πλανήτη Regis 3, στον οποίο είχατε προσγειωθεί με άλλα μέλη της ομάδας για ερευνητικούς σκοπούς, αλλά δε θυμάστε ούτε τί συνέβη ούτε γιατί βρεθήκατε στο σημείο εκείνο. Άμεσος στόχος σας η εύρεση των συντρόφων σας και η επικοινωνία με το Dragonfly. Όσο προχωράτε στο παιχνίδι, τόσο αποκαλύπτονται όλο και περισσότερα σχετικά με τη φύση του πλανήτη και το εχθρικό κομμάτι αυτού. Παράλληλα, εκτός από τη δική σας ομάδα, ολόκληρη επιχείρηση είχε στήσει και μία ανταγωνιστική ομάδα που ανήκει στο εχθρικό Alliance. Το Alliance είχε προσγειώσει στον Regis 3 τον Condor, ένα γιγαντιαίο πύραυλο με τον οποίο μετέφερε τεράστια μηχανήματα, εκσκαφείς, προσωπικό καθώς και ρομπότ που φέρουν ακτίνα αντι-ύλης. Καθώς εσείς, ως Yasna, αναζητάτε τους συντρόφους σας, ανακαλύπτετε ταυτόχρονα και τη σκοτεινή μοίρα που περίμενε την ομάδα του Alliance.
Γενικά δε ξέρω αν πρέπει να αποκαλύψω περισσότερα για το σενάριο. Από τη μία δεν πρόκειται για κάποιο σπόιλερ ή κάποια έκπληξη που αποκαλύπτεται στο τέλος, από την άλλη όμως το ξετύλιγμα της ιστορίας είναι το μόνο πρακτικά πράγμα που κάνετε εδώ. Το παιχνίδι βασίζεται σεναριακά στο ομώνυμο βιβλίο του Stanislaw Lem, συγγραφέα του πολύ γνωστού Solaris που έχει γίνει ταινία. Δεν έχω διαβάσει τα βιβλία και έχω δει μόνο την ταινία του Soderbergh. Αλλά όπως και το Solaris, έτσι και το The Invincible είναι μία φιλοσοφική διαστημική ιστορία, για τη συνάντηση του ανθρώπου με το άγνωστο, για τους κινδύνους που ελλοχεύουν όταν ο άνθρωπος το παρακάνει, γενικά για τα όρια που πρέπει να θέτει η ανθρωπότητα. Ο κίνδυνος εδώ είναι άβιος, αλλά ταυτόχρονα ενστικτώδης, συγκεκριμένος αλλά στην ουσία άτρωτος. Μερικές φορές ο άνθρωπος πρέπει να αφήνει το άγνωστο στην ησυχία του, αδιατάραχτο. Όπως αναγράφεται στο τεστ του οφθαλμίατρου μέσα στον Condor, «Not everything everywhere is for us».
Με τα παραπάνω υποθέτω σας κέντρισα το ενδιαφέρον και σας ιντρίγκαρα να δοκιμάσετε το παιχνίδι. Όντως, θα μπορούσε η γενική αυτή ιδέα του μυθιστορήματος να αναπτυχθεί σωστά και να εξελιχθεί σε ένα εξαιρετικό adventure. Αντί αυτού, ακολουθείται η προσέγγιση μεγάλων ταινιών που ασχολήθηκαν με παρόμοια ζητήματα στα 60s και 70s, την εποχή δηλαδή που η διαστημική έκανε τα πρώτα μεγάλα βήματα και το άγνωστο του υπερπέραντος ιντρίγκαρε τους απανταχού φιλοσοφημένους σκηνοθέτες. Ταινίες όπως το Solaris του Tarkovsky και το Odyssey 2001 του Kubrick, με αργά πλάνα, αργούς ρυθμούς, συνεχόμενους ambient ήχους και αρκετά επαναλαμβανόμενες σκηνές. Ταινίες σαν αυτές το παιχνίδι προσπαθεί να «αντιγράψει» σκηνοθετικά, κάτι που όμως φαντάζει επιτηδευμένο. Ακόμη και να αγνοήσουμε τη δυσκολία της αντιγραφής αριστουργηματικών σκηνοθετών όπως οι προαναφερθέντες, το να εξισώσεις μία ταινία με ένα παιχνίδι δεν είναι σωστό. Όπως προανέφερα, ακόμη και ως walking sim οφείλεις να κρατάς τον παίκτη σε εγρήγορση, να προσφέρεις συχνά στιγμές κορύφωσης για να διατηρείται το ενδιαφέρον. Και το παιχνίδι νιώθετε σα να κάνει το ακριβώς αντίθετο. Με μία απελπιστικά αργή αρχή, όπου η Yasna απλά περπατάει στην αχανή έρημο του Regis 3 και γενικότερα πολύ πολύ περπάτημα συνοδεία πάντα επαναλαμβανόμενων ambient ήχων και φιλοσοφικών συζητήσεων με τον Novik, το παιχνίδι λειτουργεί σαν υπνωτικό χάπι. Κυριολεκτικά έπιανα τον εαυτό μου να κοιμάται στιγμιαία πέντε-έξι φορές με αποτέλεσμα η Yasna να μένει είτε ακίνητη είτε να προχωράει πάνω σε ένα τοίχο επαναλαμβανόμενα. Όλο αυτό έκανε τις περίπου επτά ώρες διάρκειας ένα μικρό βασανιστήριο, καθώς τις μέρες που ένιωθα λίγο κουρασμένος ήξερα τί με περιμένει.
Στο παραπάνω δε βοηθάει καθόλου και ο ρυθμός περπατήματος της Yasna, ο οποίος είναι πολύ αργός. Ταυτόχρονα, ενώ υπάρχει η δυνατότητα για τρέξιμο (αν και εξίσου αργό), στο πλαίσιο ενός δήθεν ρεαλισμού η Yasna λαχανιάζει και σταματάει μετά από λίγα μόλις μέτρα. Φανταστείτε, λοιπόν, να πρέπει να διανύσετε εκατοντάδες μέτρα με αυτό τον τρόπο. Παράλληλα, ενώ το παιχνίδι θα μπορούσε τουλάχιστον να προσφέρει μία σχετική ελευθερία εξερεύνησης, όλα είναι άκρως γραμμικά, με την Yasna να μη μπορεί καν να εκτελέσει υποτυπώδη άλματα. Όποτε πρέπει να ανεβείτε σε υψηλότερο επίπεδο, αυτό συμβαίνει μέσω συγκεκριμένων σημείων που είναι προκαθορισμένα στο παιχνίδι. Γενικότερα, η Yasna περπατάει, συλλέγει πληροφορίες μέσω κάποιων logs που εντοπίζει στις διάφορες διαστημικές βάσεις και συζητάει, κυρίως με τον Novik, τον αρχηγό της ομάδας ο οποίος είναι στο Dragonfly και παρακολουθεί την πορεία σας. Οι συζητήσεις με τον Novik είναι το δεύτερο υπνωτικό χάπι του παιχνιδιού. Καταρχάς μιλάνε πολύ (υπάρχει σημείο όπου συζητάνε 15 συνεχόμενα λεπτά), με ουδέτερη ένταση φωνής, ενώ η Yasna πολλές φορές του απαντάει περιγράφοντας με υπερβολικά επιστημονικούς όρους, κάνοντας το όλο θέμα να μοιάζει με podcast βιολόγων σε συζήτηση για εξωγήινους οργανισμούς ή φωνητική ανάγνωση του βιβλίου του Lem. Οι διάλογοι δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερη αυξομείωση έντασης, ενώ και οι ερμηνείες δε βοηθούν στο να εξυψωθεί το ενδιαφέρον.
Στις συζητήσεις αυτές, αλλά και σε άλλες, η Yasna καλείται κάθε φορά να απαντήσει με μία εκ των διαφόρων διαθέσιμων απαντήσεων. Θεωρητικά αυτό έχει επίδραση στο ρου της ιστορίας. Στην πράξη δε μπορώ ούτε να το επιβεβαιώσω ούτε να το διαψεύσω, πάντως δεν κατάλαβα κάτι. Με εξαίρεση στο τέλος, όπου όντως ανάλογα με τις απαντήσεις σας υπάρχουν τέσσερα-πέντε διαφορετικά τέλη, κατά την διάρκεια του υπόλοιπου παιχνιδιού δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι το τάδε σχόλιό σας επηρεάζει την ιστορία. Και καθώς ανέφερα το τέλος, να σημειώσω πως από το παιχνίδι ανέμενα τουλάχιστον μία κορύφωση της ιστορίας. Δυστυχώς το τέλος είναι σχεδόν τόσο αργό και αδιάφορο όσο η αρχή, κάνοντάς σας να αναρωτιέστε για ποιο λόγο παίξατε. Μόνη και λαμπερή εξαίρεση σε όλα τα παραπάνω, είναι η σεκάνς της καταγίδας λίγο προς την μέση του παιχνιδιού. Εκεί η Yasna βρίσκεται μόνη ανάμεσα σε βράχια και σπήλαια του Regis 3, ενώ η βροχή και οι αστραπές δίνουν εκκωφαντικό παρόν. Σε εκείνο το σημείο είναι που το παιχνίδι στιγμιαία «λάμπει», θυμάται ότι είναι videogame και ξυπνάει τον παίκτη ευχάριστα. Η αίσθηση του κινδύνου, του αγνώστου αλλά και του φόβου για το ρομπότ που κυκλοφορεί είναι μοναδική και η ατμόσφαιρα καταπληκτική. Δυστυχώς όλο αυτό διαρκεί περίπου μισή ώρα και στη συνέχεια προσγειώνεστε σχεδόν απότομα και πάλι στα χέρια του Mορφέα.
Να σημειώσω πως από την καταιγίδα και έπειτα, έχετε δυνατότητα οδήγησης ενός διαστημικού βοηθητικού οχήματος, του Rover. Η οδήγηση εκπλήσσει ευχάριστα, τόσο από πλευράς gameplay, όσο και διάθεσης, καθώς μειώνει σημαντικά την απελπισία του περπατήματος. Κρίμα που το παιχνίδι, προφανώς για λόγους τεχνητής επιμήκυνσης της διάρκειας, το χρησιμοποιεί αρκετά περιορισμένα, αναβαθμίζοντας το περπάτημα στον βασικό τρόπο παιξίματος. Άλλα εργαλεία που έχει στη διάθεσή της η Yasna είναι ένας ανιχνευτής μετάλλων, κυάλια, ανιχνευτής έμβιων ή άλλων οντοτήτων και τέλος το log που λειτουργεί και σα χάρτης. Όλα τα παραπάνω τα χρησιμοποιείτε αρκετά, αν και η χρήση τους θα μπορούσε να είχε σχεδιαστεί καλύτερα. Πχ τα κυάλια χρησιμοποιούνται σε πολύ συγκεκριμένα σημεία και για να εντοπίσετε συγκεκριμένους στόχους, ενώ θα μπορούσε να υπάρχει πιο ελεύθερη παρακολούθηση του εξωγήινου τοπίου, ιδανικά με αρκετό σχολιασμό από την Yasna.
Το εικαστικό του παιχνιδιού είναι αρκετά όμορφο. Έχει τις εξαιρετικές του στιγμές, όπως κατά τη διάρκεια της καταιγίδας όπου πραγματικά τα εφέ στέκονται ισάξια με ότι καλύτερο έχουμε δει. Παρόμοια, υπάρχουν πολλά σημεία, κυρίως νυχτερινά, όπου η θέα του εξωγήινου ουρανού με τους πλανήτες, τους δορυφόρους τους και τα αστέρια εντυπωσιάζουν, σε σημείο που θέλετε να ενεργοποιήσετε το photo mode και να τραβήξετε φωτογραφίες. Όμοια, κυρίως προς το τέλος, οι υφές των βράχων και των σπηλαίων του Regis 3 είναι εξαιρετικές. Από εκεί και πέρα, σε όλα τα άλλα επικρατεί εικαστικά αυτή η σοβιετικού τύπου διαστημική αισθητική. Ενώ η επιλογή είναι προφανής, καθώς το βιβλίο γράφτηκε στην εποχή του σοβιέτ ενώ και οι δημιουργοί είναι Πολωνοί, παρόλα αυτά θεωρώ το εικαστικό αυτό χιλιοπαιγμένο και αδιάφορο. Πιστεύω ότι θα συμφωνήσετε πως κάτι πιο φουτουριστικό ακόμα και αν ήταν διαφορετικό από αυτό του βιβλίου θα είχε περισσότερο ενδιαφέρον. Από εκεί και πέρα, τα ρομπότ είναι λιτά σχεδιασμένα, ενώ τα ανθρώπινα μοντέλα υστερούν σημαντικά σε σχέση με τα υπόλοιπα γραφικά.
Ο ηχητικός τομέας αφήνει ανάμεικτες εντυπώσεις. Οι ambient synthesizer ήχοι που ακούγονται σε όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, ενώ όπου οι ήχοι αυτοί εξελίσσονται σε μουσικά κομμάτια φαίνεται πως η δουλειά που έχει γίνει είναι προσεγμένη. Παρόλα αυτά, όπως ανέφερα παραπάνω, η επιλογή του συνεχούς αυτού ήχου στα αυτιά σας (ειδικά εάν φοράτε τα Pulse 3D όπως εγώ) λειτουργούν εντελώς υπνωτικά. Οι ερμηνείες προσωπικά με απογοήτευσαν και αυτό θεωρώ πως είναι ένα από τα μεγαλύτερα αρνητικά του τίτλου. Η Yasna με την υπερβολικά βρετανική προφορά της φαντάζει τόσο άκυρη στο σοβιετικό αυτό τοπίο, ενώ και ο Novik είναι τόσο ουδέτερος που καταλήγει εκνευριστικός. Σε κατά τόπους σημεία που συμβαίνει κάτι τρομακτικό ή επικίνδυνο, οι ερμηνείες προσπαθούν να αποκτήσουν ένταση, αλλά αποτυγχάνουν και ακούγονται σα να μην καταλαβαίνουν τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ζει η Yasna. Τέλος να σημειώσω πως το παιχνίδι ηχητικά έχει κακή ισορροπία έντασης, καθώς ο συνεχής ambient ήχος ακούγεται υπερβολικά δυνατά, ενώ οι ερμηνείες είναι ιδιαίτερα σιγανές. Έπαιξα αρκετά με τις εντάσεις μέχρι να βρω κάποιο καλό σημείο, αλλά γενικά αυτό είναι ένα ακουστικό πρόβλημα.
Το The Invincible θα μπορούσε να είναι ένα δυνατό adventure, έχοντας ως βάση ένα βιβλίο με πολύ χώρο για φιλοσοφική σκέψη και συζήτηση. Η σκηνοθετική επιλογή, όμως, αργών πλάνων τύπου Tarkovsky, Kubrick, Lynch κτλ καταλήγει σε μαρτύριο για τον παίκτη, ενώ καθιστά το παιχνίδι πραγματικά αυτό που λέει το είδος του: walking simulator. Και για να παραφράσω το προαναφερθέν τσιτάτο που είναι γραμμένο στο γραφείο του οφθαλμίατρου, τελικά όντως δεν είναι όλα παντού για όλους μας. Το The Invincible είναι για πολύ πολύ συγκεκριμένους.
- Όμορφα γραφικά
- Εντυπωσιακή σεκάνς καταιγίδας
- Φιλοσοφημένο σενάριο
- Αργό περπάτημα
- Αργοί και δύσκολοι πολλές φορές διάλογοι
- Σοβιετικού τύπου διαστημικό εικαστικό που το έχουμε βαρεθεί
- Μέτριες ερμηνείες
- Απαράδεκτα βαρετό τέλος
ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ: | PS5, Xbox Series X/S, PC |
ΑΝΑΠΤΥΞΗ: | Starward Industries |
ΕΚΔΟΣΗ: | 11 bit studios |