alt text

Παίζοντας με το Mini NES

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η η νοσταλγία είναι πολύ δυνατό selling point και ειδικά στο gaming. Στην νοσταλγία λοιπόν βασίζεται το Mini NES της Nintendo. Για οποιονδήποτε δεν έχει αναμνήσεις από την δεκαετία του '80 με τις αρχές του '90 ή έστω τα απομεινάρια απο μεγαλύτερα αδέρφια, το συγκεκριμένο κουτάκι είναι απλά ένα cash-in στηριζόμενο στις γλυκές αναμνήσεις τριαντάρηδων. Ειδικότερα αυτών που θέλουν να δείξουν στα παιδάκια τους, που τώρα ξεκινάνε το gaming, τί υπήρχε πιο παλιά. Κάτι που τα παιδάκια δεν θα κάνουν ποτέ και θα καταλήξουν να παίζουν οι ίδιοι με τους άλλους συνομήλικους φίλους τους ως επιστέγασμα μιας βραδιάς Champions League και σουβλάκι.

Το Mini NES είναι... ένα πλαστικό κουτί, το οποίο περιέχει έναν επεξεργαστή ARM, 256MB RAM και μια ROM με τα παιχνίδια, τον emulator και το λειτουργικό σύστημα. Ηλεκτροδοτείται μέσω USB (οποιαδήποτε USB) και έρχεται μαζί με καλώδιο USB, HDMI και ένα μίνι χειριστήριο NES. Το ίδιο το κουτί είναι μια μικρή αντιγραφή του NES ως προς το σχήμα (το πορτάκι προφανώς δεν ανοίγει) και είναι τόσο μικρό που χωράει άνετα στην παλάμη σας. Το χειριστήριο έχει κατά 99% την αίσθηση του παλιού, αν και έχει ανεπαίσθητα λίγο πιο ξεκάθαρο κλικ την ώρα που πατάτε τα κουμπιά του. Μπορεί να μαλακώνει όσο παίζετε διότι οι μεμβράνες στο παλιό χειριστήριο έχουν κλείσει 30 χρόνια και άπειρα πατήματα για να γίνουν τόσο ασαφείς. Το πρόβλημα με το χειριστήριο είναι το μικρό μήκος του καλωδίου του. Τι περίμενε η Nintendo; Ότι θα παίζαμε σε γραφείο; Βέβαια, εν τέλει σε γραφείο το βλέπω να καταλήγει αφού στις σύγχρονες HD τηλεοράσεις θα δουλέψει μόνο μερικά Χριστούγεννα, ενώ οι προαναφερθέντες μπαμπάδες έχουν την ευτυχία να το απολαμβάνουν στο γραφείο τους αναπόσπαστοι, ειδικά από τη στιγμή οι οθόνες πλέον έχουν HDMI-in.

Τα τριάντα παιχνίδια που περιλαμβάνει κυμαίνονται από κλασικά αριστουργήματα όπως τα Βubble Bobble, Super Mario Bros 3 και Castlevania, έως μερικά μέτρια παιχνίδια που “επέζησαν” επειδή δεν ήταν εντελώς χάλια, όπως το Baloon Fight και το Ιce Climbers. Οι “ξένοι” στη λίστα είναι το Tecmo Bowl, που είναι ο μοναδικός αθλητικός τίτλος (εκτός αν μετράμε ως αθλητικό και το Excitebike) και το Star Tropics, ένα παιχνίδι της Nintendo που έχει ξεχαστεί ακόμα και από την ίδια την εταιρεία. Γενικά το σύνολο των παιχνιδιών αφήνει λίγα περιθώρια για παράπονα όσον αφορά τα είδη που καλύπτει και την γενική τους ποιότητα. Εκτός βέβαια από το Castlevania 2: Simon’s Quest που είναι ένα από τα χειρότερα παιχνίδια όλων των εποχών. Κάλλιστα θα μπορούσε να υπάρχει στη θέση του κάποιο άλλο, πολύ πιο ποθητό στο κοινό.

Το πολύ προσεγμένο μενού της κονσόλας.

Το πολύ προσεγμένο μενού της κονσόλας.

Αλλά ποιόν κοροϊδεύουμε; Είναι παιχνίδια NES. Τα ίδια παιχνίδια που αγοράζουμε ξανά και ξανά και ξανά. Αν αναρωτιέστε, ειδικά εσείς οι νεότεροι, αν μιλάω για τη Virtual Console, η απάντηση είναι “όχι μόνο”. Από το SNES έχουμε επανεκδόσεις παιχνιδιών, με πλέον γνωστή την τριλογία (τετραλογία πια) Super Mario All Stars που από μόνη της έχει επανέκδοση στο Wii. Αλλά ας επιστρέψουμε στο θέμα. Ο λόγος που αγοράζουμε ξανά και ξανά τα ίδια, είναι η νοσταλγία αλλά και η αξία που φέρνουν αυτά τα παιχνίδια. Ποιος έχει βαρεθεί το παλιό καλό Super Mario Bros, τόσο που αν το βρει μπροστά του θα το αγνοήσει; Ποιος αρνείται ότι περνάει καλά κάθε φορά που παίζει μέχρι το τέλος το Castlevania ακόμα και αν τα κεφάλια της Μέδουσας επιμένουν να σπρώχνουν τους επίδοξους κυνηγούς βαμπίρ από τις πλατφόρμες; Φτάνουμε λοιπόν στο βασικό λόγο αγοράς του Mini NES: την διαχρονικά σταθερή αξία των παιχνιδιών που περιλαμβάνει.

Πέρα όμως από την ψυχαγωγική αξία που διαθέτει το συγκεκριμένο μαραφέτι, έχει και αξία ως προς ξεκάθαρους ψυχρούς οικονομικούς δείκτες που απαρτίζουν το πορτοφόλι του καθενός. Στην Virtual Console το κάθε παιχνίδι κοστίζει από 3 μέχρι 5 ευρώ, ανάλογα με το πόσο δημοφιλές είναι, ενώ τα original cartridges δύσκολα βρίσκονται σε λογικές τιμές. Βέβαια, για να προλάβω μερικούς που θα αντιδράσουν, το emulation μπορεί να κάνει θαύματα που δεν μπορούμε ούτε με την κανονική κονσόλα, ούτε με τα μικροκονσολάκια που βγαίνουν κατά καιρούς με διάφορα παιχνίδια. Όμως υπάρχουν δύο πράγματα που πρέπει να λάβουμε υπόψη. Το πρώτο και βασικό είναι ότι πολλά από αυτά τα ROMs είναι παράνομα. Βέβαια δεν θα σηκωθεί ο Iwata από τον τάφο του για να μας σπάσει στο ξύλο, ούτε ο Miyamoto θα στείλει snipers να μας φυτέψουν μολύβι στο σπλαχνικό κρανίο επειδή παίξαμε λίγο Darkwing Duck στο FCEU. Αλλά όσο να ναι, η κατάσταση με τα ROMs είναι μια γκρίζα ζώνη.

Το CRT φίλτρο είναι η χαρά του οφθαλμίατρου.

Το CRT φίλτρο είναι η χαρά του οφθαλμίατρου.

Το δεύτερο είναι το setup που θέλει ένα emulator. Όχι δεν θεωρώ τους πάντες χαζούς, αλλά θυμηθείτε λίγο πόσο σας πήρε να καταλάβετε την δομή emulation/ROM. Αν όχι εσείς που είστε τζιμάνια στην τεχνολογία και έχετε συνδέσει και μερικά καλώδια στην ζωή σας, προσπαθήστε να το εξηγήσετε στον φιλαράκο που σας ρωτάει πώς να παίξει κανένα παιχνιδάκι “από τα παλιά τα καλά, να θυμηθούμε λίγο την παιδική μας ηλικία”. Με το που πιάσετε το θέμα με τα ROMs, το πιθανότερο είναι να καταλήξετε σπίτι του, να κατεβάζετε τα ήδη παράνομα ROMs και μέχρι να στήσετε το emulator σε ικανοποιητικό επίπεδο και να παίζει και με χειριστήριο, θα φάτε μισή ώρα. Πάλι καλά να λέμε που πλέον υποστηρίζουν xinput. Εντωμεταξύ, αν ο φιλαράκος που λέγαμε κάνει την εξυπνάδα να “πειράξει” λίγο τις ρυθμίσεις, τότε έχετε εκ νέου τηλεφωνάκι. Αν και εδώ που τα λέμε, αν ο φίλος αυτός κάνει καλό καφέ ή έχει καλές μπύρες στο ψυγείο, άλλη μια επίσκεψη δεν είναι απαραίτητα κακή ιδέα.

Όλα αυτά τα απλοποιεί και ταυτόχρονα τα κάνει λόγο αγοράς το Mini NES. Τρία καλώδια, μηδενικές ρυθμίσεις, 30 παιχνίδια. Βέβαια θα μου πείτε, πόσο θα κόστιζε στην Nintendo να βάλει περισσότερα παιχνίδια; Η απάντηση είναι “τίποτα και πολλά”, αφού υπάρχει και η Virtual Console και δεν θα ήταν σοφό από πλευράς μάρκετινγκ να πέσει το ένα προϊόν πάνω στο άλλο. Το emulation του Mini NES είναι αρκετά καλής ποιότητας. Για την ακρίβεια είναι καλύτερο από αυτό της Virtual Console του Wii U. Σας δίνονται και τρεις επιλογές απεικόνισης: 4:3, pixel perfect και scanline. Το τελευταίο δεν θα το χρησιμοποιήσετε για πολύ, αφού δεν είναι ότι καλύτερο σαν φίλτρο και φυσικά δεν μοιάζει ούτε στο ελάχιστο με κανονική τηλεόραση CRT. Η καλύτερη επιλογή είναι το 4:3, αφού “τραβάει” ελαφρώς την εικόνα οριζόντια, χωρίς να χαλάει τον τρόπο που δείχνουν τα παιχνίδια. Σε σχέση με το Wii U, τα χρώματα είναι σαφώς καλύτερα, υπάρχουν λιγότερα γραφικά σφάλματα λόγω του καλύτερου emulator, ενώ έχω την εντύπωση ότι σε μερικά παιχνίδια και ο ήχος είναι πολύ καλύτερος. Τα βασικά προβλήματα που εντόπισα είναι δύο.

Το demo που παίζει στο μενού όταν δεν πατάτε τίποτα είναι αξιολάτρευτο.

Το demo που παίζει στο μενού όταν δεν πατάτε τίποτα είναι αξιολάτρευτο.

Πρώτον, υπάρχει πολύ μαύρο δεξιά και αριστερά της οθόνης, κάτι λογικό αν έχετε widescreen. Το δεύτερο είναι ότι άφησαν την περιοχή του overscan ακάλυπτη. Για όσους δεν ξέρουν, η περιοχή του overscan είναι η άκρη που έκρυβε η CRT λόγω του τρόπου που λειτουργούσε. Έτσι, οι προγραμματιστές μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν αυτές τις περιοχές για να βοηθηθούν στην δημιουργία των γραφικών που αργότερα θα εμφανίζονταν στην οθόνη. Αυτά τα μικρά κομμάτια οθόνης και ότι συνέβαινε σε αυτά δεν έπρεπε να είναι ορατά. Το συγχωρούμε στα emulators γιατί στην ουσία έχουν φτιαχτεί με σκοπό να απομυθοποιήσουν ελαφρώς το hardware έτσι ώστε να λειτουργήσει η αντίστροφη μηχανική που τους επιτρέπει να υπάρχουν. Όμως σε ένα προιόν από την ίδια τη Nintendo δεν θα έπρεπε να έχει προβλευτεί; Μικροπράγματα, αλλά με τι ακριβώς να παραπονεθείς όταν παίζεις Super Mario bros. 3;

Τα άλλα εξτραδάκια του πακέτου είναι τα save states, τα οποία είναι λίγο πιο πολύπλοκα απ’ όσο θα έπρεπε, με το reset να είναι η επιστροφή στο main menu όπου διαχειρίζεστε την όλη κατάσταση. Μπορείτε επίσης να χρησιμοποιείτε το Wii Classic Controller ή το Classic Controller Pro που εφαρμόζουν κανονικά στην υποδοχή και σας επιτρέπουν όχι μόνο να παίζετε με αναλογικό μοχλό, κάτι που οι νεότεροι θα εκτιμήσουν, αλλά και να γυρνάτε πίσω στο μενού από το χειριστήριο, πατώντας το κουμπάκι home. Ένα ακόμα συν είναι ότι αυτά τα χειριστήρια έχουν και μεγαλύτερο καλώδιο, παρ’ όλο που ήταν φτιαγμένα για να συνδέονται σε ένα ασύρματο χειριστήριο (Wii Remote) που θα είχατε ούτως η άλλως δίπλα σας. Το μόνο πρόβλημα είναι το κλιπ στο οποίο περνάτε το λουράκι του Wii Remote. Αν παίζετε ως πρώτος παίκτης με το Wii Classic Controller, τότε αυτό το κλιπ κλείνει σχεδόν ολοκληρωτικά τη θύρα για τον δεύτερο παίκτη. Οπότε αν θέλετε να χρησιμοποιήσετε το νεότερο χειριστήριο, είτε παίζετε σόλο, είτε ως δεύτερος παίκτης.

Το interface του Mini NES κλέβει ελαφρώς την παράσταση. Το μενού είναι καθαρό, καλοδουλεμένο και φτιαγμένο για το χειριστήριο χωρίς πολλά προβλήματα και κρυφές λειτουργίες. Μια γρήγορη ματιά σε όλες τις διαθέσιμες επιλογές είναι αρκετή για να καταλάβετε τί κάνει η κάθε μία. Ίσως, όπως προανέφερα, να θεωρήσετε τον τρόπο του save state λίγο περίεργο, αλλά δουλεύει αρκετά καλά ώστε να μην έχετε θέμα μετά από μερικές χρήσεις. Εξάλλου, τα παιχνίδια έχουν και manuals, τα οποία για να δείτε πρέπει να σκανάρετε τον QR code που σας προβάλλεται στη σχετική επιλογή. Τα manuals είναι τόσο interactive, όσο και PDF των αρχικών βιβλιαρίων με το αρχικό artwork. Για να θυμηθείτε ότι κάποτε ήταν συνηθισμένο, αν όχι απαραίτητο, να διαβάσει κάποιος το manual για να καταλάβει πως παίζεται ένα παιχνίδι. Καλώς ή κακώς πρέπει να τα διαβάσετε στον υπολογιστή ή το smarphone/tablet σας.

Πέραν του overscan, η εξομοίωση των παιχνιδιών είναι αρκετά καλής ποιότητας.

Πέραν του overscan, η εξομοίωση των παιχνιδιών είναι αρκετά καλής ποιότητας.

Επίσης υπάρχουν αρκετές πινελιές που είναι καθαρά... Nintendo. Το παιχνίδι που έχετε κάνει suspend βρίσκεται στο κάτω μέρος της οθόνης και πεταρίζει με τα 8-bit φτερά του, που είναι παρμένα κατευθείαν από το Super Mario Maker. Αν θέλετε να σώσετε πάνω σε κάποιο προηγούμενο save, τότε βλέπετε το νέο να σπρώχνει σιγά-σιγά το παλιό, έτσι ώστε αν το ξανασκεφτείτε να ακυρώσετε την διαδικασία έγκαιρα. Αν αφήσετε την κονσόλα ανοιχτή για αρκετή ώρα, τότε αρχίζει να τρέχει το demo με τον Mario και τον Luigi να διεκδικούν ένα κουτί. Είναι αρκετά όμορφο και ακολουθείται από ένα attract mode των παιχνιδιών της συλλογής. Θυμίζει λίγο τον τρόπο που λειτουργούν τα multi-game arcades, κάτι που ξέρει η Nintendo, ειδικά από την εποχή του NES. Τέλος, η μουσική που παίζει στο παρασκήνιο είναι μια όμορφη 8-bit σύνθεση στα ηχοχρώματα του κανονικού NES, με αποτέλεσμα η όλη παρουσίαση του πακέτου να ανεβαίνει επίπεδο κατά πολύ.

Ας πιάσουμε λίγο και το θέμα της διαθεσιμότητας του Mini NES. Εδώ μπορούμε να... αφρίσουμε με την ησυχία μας, αφού η Nintendo έχει τη συνήθεια να δημιουργεί εικονικές ελλείψεις των προϊόντων της, πράγμα που κατά ένα περίεργο τρόπο τα κάνει πιο ποθητά. Το είδαμε να συμβαίνει με συγκεκριμένα amiibo όταν πρωτοκυκλοφόρησαν. Για παράδειγμα, υπήρχαν ελάχιστοι Μarth, ενώ η Princess Rosalina υπήρχε μόνο σε δύο-τρία κομμάτια ανά κατάστημα. Είχε πρόβλημα το εργοστάσιο; Οχι. Αν μη τι άλλο, η Nintendo παράγει πιο περίπλοκα πράγματα σε μεγαλύτερες ποσότητες και απ' όσο γνωρίζω η μαζική παραγωγή πλαστικών αγαλματιδίων ποτέ δεν ήταν πρόβλημα για άλλες εταιρίες. Το ίδιο λοιπόν γίνεται και με το Mini NES. Τα υλικά από τα οποία απαρτίζεται υπάρχουν άφθονα στο εμπόριο υλικών, αφού και οι ROM/RAM αλλά και ο επεξεργαστής του είναι ότι πιο φτηνό μπορεί να αγοράσει κανείς. Για την ακρίβεια, με 20 ευρώ παραπάνω μπορείτε να πάρετε ένα smartphone με τα διπλάσια χαρακτηριστικά του Mini NES. Για ποιο λόγο μια εταιρία να μην διαθέτει το προιόν της στην αγορά, από τη στιγμή που η ζήτηση είναι τεράστια;

Υπάρχουν δύο απαντήσεις. Η μία είναι η συνεχιζόμενη προβολή. Πλέον κοντεύουν δύο μήνες από την κυκλοφορία του Mini NES και σχεδόν κάθε μέρα διαβάζουμε για κάποιον που αγόρασε ή πούλησε την κονσόλα στο ebay με τρελά λεφτά. Όπως και να ‘χει, μπορεί να βρίζουμε την Nintendo μερόνυχτα ολόκληρα για την ηλίθια λογική της να παράγει ποθητά αντικείμενα με το σταγονόμετρο, αλλά είναι η ανθρώπινη φύση να παραπονιόμαστε για κάτι που θέλουμε και δεν μπορούμε να αποκτήσουμε εύκολα, δημιουργώντας όλο τον θόρυβο που χρειάζεται ένα προϊόν για να μείνει στην επικαιρότητα. Η δεύτερη απάντηση είναι το γόητρο. Όταν ένα αντικείμενο πασάρεται ως συλλεκτικό, ακόμα και αν δεν έχει αυτήν την ονομασία, αποκτά γόητρο. Τα amiibo απέκτησαν γόητρο έτσι, αντίθετα με τα αντίστοιχα αγαλματίδια των Skylanders και Disney Infinity. Τα amiibo ακόμα και τώρα που δεν έχουν έλλειψη, είναι αντικείμενα πόθου για τους φαν της Nintendo. Με τον ίδιο τρόπο Mini NES δεν θα καταλήξει στο σωρό από τις plug-and-play κονσόλες που υπήρξαν μέχρι σήμερα. Το Atari FlashBack έχει σχεδόν εξαφανιστεί, τα PacMan Joysticks που είχε βγάλει η Namco είναι στην καλύτερη στα χέρια κάποιου συλλέκτη. Θυμάται κανένας τα κονσολάκια με το αχαρακτήριστο Firecore emulation που έπαιζαν Mega Drive; Ήταν χάλια. Οπότε έτσι εξασφαλίζεται και η “υστεροφημία” της μικρής αυτής κονσόλας.

Βρε μανία να βάζουν φτερά στα πάντα εκεί στη Nintendo (ναι, αυτές είναι οι επιλογές για save).

Βρε μανία να βάζουν φτερά στα πάντα εκεί στη Nintendo (ναι, αυτές είναι οι επιλογές για save).

Ξέρω την πιθανή απάντησή σας για τα παραπάνω: μπούρδες. Ίσως η περιορισμένη διαθεσιμότητα του Mini NES να οφείλεται απλά σε λάθος υπολογισμό της Nintendo. Αλλά έλα μου ντε που οι εταιρίες μάρκετινγκ έχουν άλλη άποψη. Πόσο μάλλον όταν αυτές οι στρατηγικές δουλεύουν και μάλιστα με αρκετή επιτυχία, όσο και αν εμείς δεν τις επιθυμούμε. Είναι τα βασικά πράγματα που σαν άνθρωποι ξεχωριστά τα θεωρούμε ανεπίτρεπτα, αλλά ως μάζα δυστυχώς καθορίζουμε τα πράγματα αλλιώς.

Και κάπου εδώ ολοκληρώνω. Για κάποιον που έχει μεγαλώσει με video games, το Mini NES είναι ένα από τα καλύτερα χριστουγεννιάτικα (και όχι μόνο) δώρα. Ακόμα και αν ξέρετε από emulators και έχετε ήδη σε κάποιο ράφι ξεχασμένες κασέτες του NES, ένα ακόμα μαραφέτι από αυτά που αγαπάτε δεν θα σας χαλάσει.